- εγγειοβελτιώσεις
- Όρος που χαρακτηρίζει το σύνολο αποξηραντικών, αντιπλημμυρικών, αρδευτικών, εκχερσωτικών κλπ. έργων με τα οποία βελτιώνεται ένα έδαφος, συνήθως επίπεδο, και γίνεται κατάλληλο για εντατική γεωργική εκμετάλλευση. Υπάρχουν επίσης ε. ορεινών περιοχών (αντιδιαβρωτικά, δεντροφυτεύσεις, ορεινοί δρόμοι κλπ.) για την αξιοποίηση λιβαδιών και δασών.
Οι ε. μπορούν να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που αποσκοπούν με έργα –αρδευτικοί χάνδακες, υδραυλικά δίκτυα, δρόμοι κλπ.– να μετατρέψουν κατά τρόπο ριζικό εδάφη που δεν καλλιεργούνταν σε παραγωγικά, και σε εκείνες που αποσκοπούν να τελειοποιήσουν ή να βελτιώσουν είτε την οργάνωση είτε την ποιότητα και ποσότητα της απόδοσης ενός εδάφους που ήδη καλλιεργείται. Σοβαρή ε. αποτελεί η αποξήρανση εκτεταμένων τελμάτων ή μικρών λιμνών που καλύπτουν εδάφη αξιοποιήσιμα από γεωργική άποψη.
Για την απομάκρυνση των στάσιμων νερών χρησιμοποιούνται η φυσική αποστράγγιση με τεχνητά χαντάκια, η αποξήρανση με αναρροφητικές αντλίες και η επιχωμάτωση. Η τελευταία γίνεται με τη μεταφορά χώματος από μία περιοχή σε άλλη με βαγονέτα ή με πλοιάρια που πλέουν στα λιμνάζοντα νερά και το αφήνουν να πέσει στις πιο χαμηλές ζώνες. Πριν από την εκτέλεση των ε. πρέπει να γίνονται ορισμένες έρευνες, όπως για παράδειγμα η τοπογραφική μελέτη της περιοχής, η μελέτη των κτηματολογικών, υδρολογικών και κλιματολογικών συνθηκών, όπως επίσης και οι φυσικοχημικές ιδιότητες των εδαφών.
Τα εγγειοβελτιωτικά έργα μπορεί να πάρουν διάφορες μορφές, ανάλογα με την περιοχή στην οποία γίνονται και τον προορισμό τους. Στη φωτογραφία, φράγμα στη λίμνη Πλαστήρα (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.